Latest News

Όλο και περισσότερο μιλάμε για το νέο μας ‘’λεξικό’’, τις νέες δουλειές  στις  σύγχρονες καθημερινές απαιτήσεις. Λογικό μεν, αλλά ακόμα για τους παλιότερους είναι ωραίες οι μνήμες από εποχές όπου γνώριμες φιγούρες συμπολιτών μας έχουν εκλείψει σήμερα. Πάμε μια βόλτα σε παλιές γειτονιές με τους ανθρώπους του μεροκάματου. Να θυμηθούμε μερικά επαγγέλματα που δεν υπάρχουν πια.

Tσαγκάρης, Μπαλωματής: Σε χώρους-μαγαζιά ή στο ύπαιθρο οι μάστορες του είδους έφτιαχναν ξανά και ξανά παλιά παπούτσια μέχρι να λιώσουν. Στον πάγκο βρίσκονταν, βελόνες, σακοράφες, σουβλιά, σφυράκια, λίμες, τανάλιες καλαπόδια, που έβαζε μέσα στο παπούτσι. Δεν υπήρχαν τότε κόλες και μηχανές. Μερόνυχτα εκεί πάνω από τον πάγκο του, δούλευε ώρες ατελείωτες φορώντας πάντα την χαρακτηριστική δερμάτινη ποδιά του. Οι φτασμένοι μεγαλοτσαγκάρηδες (σε εποχές δόξας για το επάγγελμα) είχαν τους καλφάδες σαν βοηθούς και τα τσιράκια για όλες τις άλλες δουλειές, που πολλές φορές ήταν και παιδιά που δούλευαν χωρίς αμοιβή, για να μάθουν την τέχνη. Όλα εννοείται γινόντουσαν στο χέρι, χωρίς μηχανές και κόλλες. Με ράψιμο και καρφωτά.

Παγωτατζής: Ο αγαπημένος των παιδιών. Έφτιαχνε ο ίδιος τα παγωτά του και ήταν πάντα ανοιχτόκαρδος και large με σχεδόν διπλές δόσεις παγωτού για κάθε πιτσιρίκι. Καλό γάλα, ζάχαρη και φρούτα τα βασικά συστατικά  με τη σοκολάτα από τότε να έχει την τιμητική της. Φόρτωνε το μικρό του περιποιημένο αμαξίδιοπου είχε σαν καλό του φίλο  κι έβγαινε στη γειτονιά.Πιο πολύ κι απ’ τα λεφτά η χαρά του ήταν το χαμόγελο των παιδιών, όταν απολάμβαναν ένα λαχταριστό χωνάκι.

Ο Μανάβης της γειτονιάς: Από τους πιο συμπαθείς μικροπωλητές έφερνε όλα τα καλά του μπαξέ στην πόρτα της νοικοκυράς. Αποκτώντας καλή σχέση μάλιστα με τους κατοίκους, εκτός από φρούτα και λαχανικά, οι περισσότεροι μετέφεραν και τα νέα από γειτονιά σε γειτονιά, από χωριό σε χωριό. Πριν την επικράτηση του αυτοκινήτου ακόμα και σε πολύ απόμακρες περιοχές, το γαϊδουράκι, αυτό το πολύ συμπαθές και κακά τα ψέματα πολύ χρήσιμο τετράποδο, ήταν ο βασικός συνεργάτης των μανάβηδων. Κοφίνια και ζυγαριά, οκάδες και δράμια ο απαραίτητος εξοπλισμός και τα ζαρζαβατικά (όχι θερμοκηπίου) έτοιμα προς πώληση, έμπαιναν  στο ζύγι.

Γανωματής, Γανωτής, Γανωτζής : Μια δουλειά που παραδοσιακά συνδέθηκε με τους Τσιγγάνους. Ήταν τεχνίτες συνήθως πλανόδιοι, που λουστράριζαν τα χάλκινα σκεύη. Έναν αιώνα πριν ήταν από τα πιο γνωστά και προσοδοφόρα επαγγέλματα. Χρειαζόταν εργαλεία και γκαζιέρα για να λιώσει ο κασσίτερος που ήταν απαραίτητος. Δύσκολη διαδικασία και τέχνη στη συνέχεια  με πολλά μυστικά για αυτό και περιζήτητοι, ιδιαίτερα από τις νοικοκυρές της εποχής που ήθελαν τα ασημικά τους σκεύη και αξεσουάρ να λάμπουν. Τα τελευταία χρόνια με τα ανοξείδωτα σκεύη η δουλειά έχει σχεδόν εξαφανιστεί και βέβαια και οι μάστορες της.

Βαρελάς : Ειδικός τεχνίτης, στην κατασκευή βαρελόσχημων και σκαφοειδών σκευών, που τα κατασκεύαζαν από ξύλο βελανιδιάς, καρυδιάς, καστανιάς ή δρυός. Ειδική επεξεργασία του ξύλου και μετά κόψιμο σε λεπτές σανίδες, που βρέχανε για να παίρνουν εύκολα την κατάλληλη κλίση. Κατόπιν περνούσαν τα σιδερένια στεφάνια, τα χτυπούσαν με το ματσακόνι για να σφίξουν καλά και μετά τοποθετούσαν τους δυο επίπεδους πυθμένες.

Λούστρος: Πόσες σκηνές από ασπρόμαυρες Ελληνικές ταινίες δεν έχουν καταγράψει χαρακτηριστικά στιγμιότυπα από τους συμπαθείς μεροκαματιάρηδες που φρόντιζαν τους περαστικούς με τα κασελάκια τους στημένα σε κεντρικούς δρόμους των μεγαλουπόλεων. Κασελάκια μικρά έργα ‘’τέχνης’’ με τις βούρτσες, τα βερνίκια και τα χρώματα για να προσελκύσουν τους πελάτες.

Νερουλάς, Νεροκόπος, Υδρονομέας : Ακόμη και σήμερα το πρόβλημα της υδροδότησης σε αρκετά χωριά (ιδιαίτερα το καλοκαίρι) δεν έχει λυθεί πλήρως. Φανταστείτε τι συνέβαινε 40-50 χρόνια πριν. Στην παλιά Αθήνα και όχι μόνο, δεν υπήρχαν καν  βρύσες μέσα στα σπίτια.  Ο νερουλάς ήταν απαραίτητος σε πολλές γειτονιές κι ακόμα περισσότερα χωρία, που δεν είχαν πηγάδια ή στέρνες. Με τενεκέδες γινότανε η δουλειά.

Ο εφημεριδοπώλης: Σήμερα τα νέα είναι στην οθόνη του κινητού μας ανά πάσα ώρα και στιγμή. Μερικά χρόνια πριν ο πλανόδιος εφημεριδοπώλης ήταν ο επαγγελματίας που ασκούσε το επάγγελμά του εννοείται στον δρόμο. Έπαιρνε τις εφημερίδες από τα Πρακτορεία Διανομής Τύπου και τις πουλούσε στους περαστικούς ή τις άφηνε στην είσοδο των σπιτιών της μόνιμης πελατείας.

Καλαθάς: Tο καλάθι ή κοφίνι ήταν υπερχρήσιμο πολυεργαλείο σε κάθε νοικοκυριό. Για το μάζεμα των αγροτικών προϊόντων, της ελιάς, του καπνού, των ζαρζαβατικών από τον μπαξέ, αλλά και για τη μεταφορά και προσωρινή αποθήκευση άλλων προϊόντων. Εκτός από τους επαγγελματίες, πολλοί χειροτέχνες τα έφτιαχναν μόνοι τους.

Καρεκλάς: Έφτιαχνε πρώτα τον ξύλινο σκελετό της καρέκλας και στη συνέχεια έπλεκε με ψάθα τη βάση της καρέκλας όπου θα κάθονταν οι άνθρωποι. Αυτό γινόταν για να είναι πιο αναπαυτικές οι καρέκλες.

Σαμαρτζής, σαμαράς: Μέχρι και τη δεκαετία του ΄70 το οδικό  δίκτυο ήταν υποτυπώδες και στα ορεινά τα πράγματα ήταν ακόμα πιο δύσκολα.. Το γαϊδούρι και το μουλάρι ήταν τα πιο διαδεδομένα τετράποδα που χρησιμοποιούνταν κυρίως ως μέσα μεταφοράς. Ο σαμαράς, το λέει κι η λέξη, έφτιαχνε το πλέον απαραίτητο σαμάρι. Υλικά που χρησιμοποιούσε ήταν επεξεργασμένα σανίδια πλατάνου που σκάλιζε και έδινε σχήμα ανάλογο με το σώμα του ζώου. Τα πιο απλά φτιάχνονταν  με ξύλινο σκελετό και εσωτερική επένδυση από δέρμα ή μαλλί αρνιού.

Αλμπάνης, πεταλωτής: Τα πέταλα ήταν τα σιδερένια ‘’παπούτσια’’ των αλόγων,  για να μη φθαρούν και για να διατηρούν τα ζώα την ευστάθειά τους κατά τις μεταφορές, ώστε να μην γλιστράνε. Οι παλιότεροι μάθαιναν την τέχνη στους νεότερους. Έδεναν το ζώο και με την τανάλια έβγαζαν τα παλιά πέταλα, έκοβαν με το μαχαίρι το νύχι που περίσσευε και το καθάριζαν. Και βέβαια δεν ήταν μόνο αυτά τα τερτίπια της δουλειάς. Τα πέταλα ήταν σιδερένια και κατασκευάζονταν χειροποίητα στο αμόνι, ενώ οι τεχνίτες που τα έφτιαχναν αναλάμβαναν ταυτόχρονα και το πετάλωμα των ζώων, που απαιτούσε μεγάλη εμπειρία και δεξιοτεχνία.

Αγωγιάτης : Οι μεταφορείς μιας άλλης εποχής, οι μετέπειτα εταιρείες courier και κάτι περισσότερο. Πραγματοποιούσαν επί πληρωμή ιδιωτικές μεταφορές, διακινούσαν ταξιδιώτες, ιδιώτες, γιατρούς για επίσκεψη σε ασθενείς, κρατικούς λειτουργούς για την εκτέλεση υπηρεσίας. Μετέφεραν επίσης και άλλα εμπορεύματα και προϊόντα.

Ντελάλης : Μάλλον τούρκικη λέξη που  σημαίνει “αυτός που ανακοινώνει τα μαντάτα”. Ο (ν)τελάλης διαλαλούσε τα νέα, τις παραγγελίες που έπαιρνε από τις αρχές ή τα εμπορεύματα που έφερναν οι πραματευτάδες. Κάτι σαν δημόσιος κήρυκας. Πολύ έλεγαν ότι θα έπρεπε να είναι και φωνακλάς, αφού με στεντόρια φωνή θα έπρεπε να ακούγεται σε μεγάλες αποστάσεις και μάλιστα με τον δικό του τρόπο. Δεν ήταν μια σταθερή δουλειά, σήμερα θα το λέγαμε part time,για αυτό η αμοιβή του ήταν ένα καλό κέρασμα από το ‘’αφεντικό’’ που του ανέθετε να πουλήσει τα νέα του.

Σιδεράς : Ότι είχε σχέση με μέταλλο και κυρίως σίδερο περνούσε απ’ τα χέρια τους. Είχαν ένα μεγάλο φούρνο όπου φυσούσαν με μια φυσούνα ώστε να κρατάνε τη φωτιά αναμμένη και σε ψηλή θερμοκρασία. Σε αυτή τη φωτιά ζέσταιναν τα σίδερα για να τα κάνουν πιο εύπλαστα και στη συνέχεια τα έπιαναν με μια μεγάλη τανάλια και τα έβαζαν πάνω στο αμόνι. Το αμόνι ήταν μια μεγάλη σιδερένια βάση πάνω στην οποία έβαζαν τα σίδερα που θα επεξεργάζονταν. Εκεί χτυπούσαν το κοκκινισμένο από τη φωτιά σίδερο με ένα μεγάλο σφυρί και του έδιναν τη μορφή που ήθελαν. Σκληρή δουλειά, απαιτούσε δύναμη γιατί το σίδερο είναι δύσκολο και βαρύ υλικό.

Υπήρχαν κι άλλες ειδικότητες όπως πλανόδιος φωτογράφος, καρβουνιάρης, καροτσέρης, πωλητής πάγου, φαροφύλακας, πλύστρα, στρωματάς, σαλεπτσής, λατερνατζής, ομπρελάς, και ίσως να μας διαφεύγουν κι άλλες.

Πολλές δουλειές άλλαξαν με τη φυσική ροή των εξελίξεων. Αν ρωτήσετε όμως παππούδες και γιαγιάδες μάλλον θα έχουν να σας πουν κάποια ξεχωριστή σκηνή ή μια ωραία ενδιαφέρουσα ιστορία.

Κανείς δεν θέλει να γυρίσει στο παρελθόν, δεν γίνεται εξ άλλου. Μια νοσταλγική ματιά όμως στους ανθρώπους που με εκείνες τις εργασίες μεγάλωσαν τις οικογένειες τους θα μας φέρνει πάντα πιο κοντά στις ρίζες μας και ίσως σε πιο ρομαντικές – παρ’ ότι δύσκολες – εποχές.

Μετάβαση στο περιεχόμενο