Από τον Νίκο Κουρή
Με τον Νικόλα Παλαιολόγο γνωριστήκαμε τυχαία. Είχα πάει να παρακολουθήσω μια συναυλία στην οποία συμμετείχε και δεν πίστευα ότι στην Καλαμάτα υπάρχει ένας τόσο κορυφαίος οργανοπαίχτης στο ούτι. Παρακολουθώντας την εξέλιξη του και όσα κάνει για την παραδοσιακή μας μουσική και όχι μόνο, θελήσαμε να του αποσπάσουμε μια ‘’εξομολόγηση’’, γιατί μεταξύ των άλλων είναι κι ένας άνθρωπος πολύ χαμηλών τόνων.
_Ξεκινώντας θα ήθελα ακόμη μια φορά να σου εκφράσω τα συγχαρητήρια μου για τη συμμετοχή σου πριν μερικές μέρες στη συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, για το ούτι αλλά και την παραδοσιακή μας μουσική. Πες μας δυο λόγια για αυτή την εμπειρία;
-Κατ’ αρχάς θα ήθελα να σε ευχαριστήσω και εγώ με την σειρά μου, για την πρόσκληση σε αυτήν τη συνέντευξη. Η συναυλία που έγινε στο μέγαρο μουσικής Αθηνών, με θέμα το ούτι στην Ελλάδα , ήταν ιδέα του παλιού μου μαθητή και πλέον δεξιοτέχνη στο ούτι Ταξιάρχη Γεωργούλη. Είναι πολύ όμορφη εμπειρία σίγουρα να παίζει κανείς στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στην συγκεκριμένη συναυλία όμως υπάρχουν άλλες πτυχές που είναι πολύ σημαντικές. Όπως για παράδειγμα, το ότι βρεθήκαμε στην σκηνή ουτίστες από 4 γενιές, πράγμα το οποίο δείχνει ότι η παραδοσιακή μας μουσική και τα παραδοσιακά μας όργανα , καλά κρατούν, εν μέσω του βομβαρδισμού που δέχεται από τα μοντέρνα στοιχεία και είδη μουσικής. Δεν θέλω να κακολογήσω τις νέες τάσεις της μουσικής βιομηχανίας. Απλά θέλω να επιστήσω την προσοχή στο ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε τις ρίζες μας.

_Πως ξεκίνησε αυτό το μουσικό ταξίδι; Από τα πρώτα σου βήματα μελέτησες αυτό το μοναδικό έγχορδο μουσικό όργανο ή ήρθε στην πορεία;
Το 1991 ξεκίνησα τα μαθήματά μου στη μουσική με πρώτο όργανο το μπουζούκι και δάσκαλο τον Βαγγέλη Κουτσουμπό. Το μουσικό ταξίδι ξεκίνησε μέσα από την οικογένεια, όπου ο πατέρας μου έπαιζε κιθάρα ερασιτεχνικά, η μητέρα μου τραγουδούσε επίσης ερασιτεχνικά, η αδερφή μου τότε είχε ξεκινήσει να μαθαίνει πιάνο, έτσι και εγώ ξεκίνησα μπουζούκι για να παίζουμε όλοι μαζί. Βέβαια το όργανο που ήθελα να ξεκινήσω τότε ήταν παραδοσιακό βιολί αλλά δεν υπήρχε δάσκαλος. Με το ούτι ξεκίνησα να ασχολούμαι το 1999 σαν μαθητής στο Μουσικό σχολείο Καλαμάτας με δάσκαλο τον Δημήτρη Πανταζόπουλο.
_Φαντάζομαι ότι χρειάζεται πολλές ώρες μελέτης για να φτάσεις σε ένα υψηλό επίπεδο όπως εσύ. Ταυτόχρονα διδάσκεις και μουσική και αυτό είναι ένας δύσκολος ίσως και απαιτητικός συνδυασμός. Μίλησε μας και για αυτήν την ιδιότητα, ως δάσκαλος μουσικής που εξ όσων γνωρίζουμε δεν αφορά μόνο το ούτι.
Το πιο σημαντικό πράγμα στην διδασκαλία πιστεύω ότι είναι να μην το δει κανείς σαν εργασία. Η διδασκαλία και η ενασχόληση με μία τέχνη θέλει αγάπη, μεράκι και πάθος. Είναι πολύ όμορφη η διαδικασία της εκμάθησης ενός μουσικού οργάνου, διότι έχεις έναν άνθρωπο απέναντί σου που δεν έχει ιδέα για το τι είναι αυτό που κρατάει στα χέρια του και σιγά σιγά αρχίζει να βγάζει ήχο, μελωδίες και το πιο σημαντικό είναι ότι μέσα από αυτή την διαδικασία, κάνεις έναν άνθρωπο να νιώσει πιο χαρούμενος απ’ ότι είναι. Ο δάσκαλος είναι αυτός που θα εμπνεύσει τον μαθητή και θα τον κάνει να αγαπήσει την μουσική και να της αφιερώσει χρόνο.

_ Πολλοί νέοι σήμερα έχουνε μόνο μοντέρνα ακούσματα και μάλιστα πολλές φορές ξενόφερτα. Πως βλέπεις τα πράγματα στο δημοτικό – παραδοσιακό μας τραγούδι; Το αγαπάνε οι νέοι;
Όπως ήδη ανέφερα , το γεγονός του ότι βρεθήκαμε στη σκηνή ουτίστες από 4 γενιές στο αφιέρωμα που έγινε για το ούτι στην Ελλάδα στο μέγαρο Μουσικής Αθηνών, είναι πολύ ενθαρρυντικό. Αν σκεφτούμε δηλαδή το ότι πριν από περίπου 20 χρόνια είχαμε δύο με τρεις καλούς οργανοπαίκτες στο κάθε παραδοσιακό όργανο σε όλη την Ελλάδα και τώρα ξεφυτρώνουν παντού νέοι οργανοπαίκτες πολύ υψηλού επιπέδου καθώς και άλλοι πολλά υποσχόμενοι , αυτό μας δείχνει ότι η διάσωση και διάδοση αυτής της μουσικής, προχωράει με αρκετά καλό ρυθμό, οπότε μπορώ να πω ότι υπάρχει ενδιαφέρον για την παραδοσιακή μας μουσική.
Οφείλουμε να αναφέρουμε ότι σε όλη αυτή την προσπάθεια είναι πολύ σημαντική η συμβολή των μουσικών σχολείων, των πανεπιστημιακών σχολών, των σχολών παραδοσιακής μουσικής, των χορευτικών συλλόγων αλλά και κάποιων ανθρώπων που έχουν προσφέρει απλόχερα ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής τους σε αυτό όπως την Δόμνα Σαμίου, τον Χρόνη Αηδονίδη, την κυρία Γιασεμή και κύριο Νίκο Σαραγούδα, τον Μεσσηνιακής καταγωγής Χρίστο Τσιαμούλη, την Κατερίνα Παπαδοπούλου, τον Σωκράτη Σινόπουλο, τον άνθρωπο που ταξίδεψε την κρητική λύρα σε όλη την γη Ross Daly και με τον οποίο είχα την τιμή να συμμετέχω σε δισκογραφική του δουλειά, καθώς και άλλους βέβαια. Συγχωρέστε με αν ξεχνώ κάποιον.

_Eίσαι ικανοποιημένος από το γενικότερο μουσικό status στην Καλαμάτα;
Το μουσικό status στην πόλη μας, εμείς οι ίδιοι το πλάθουμε, οπότε θα πω πως… όχι δεν είμαι ικανοποιημένος ακόμα. Μπορούμε και πρέπει να εργαστούμε ακόμα περισσότερο πάνω σε αυτό, οπότε θα δηλώσω ικανοποιημένος όταν σταματήσω να παίζω μουσική… μάλλον ποτέ χαχαχα…
_Εμφανίζεσαι τακτικά σε διάφορες συναυλίες και πολιτιστικές εκδηλώσεις. Θα μπορούσε άραγε να γίνει κάτι αντίστοιχο με αυτό το αφιέρωμα που έγινε στην Αθήνα;
Τον περασμένο Μάρτιο συμμετείχα στο αφιέρωμα που έγινε για την Δόμνα Σαμίου στο Μέγαρο Χορού Καλαμάτας, όπου την καλλιτεχνική επιμέλεια είχε ο Σωκράτης Σινόπουλος και η Κατερίνα Παπαδοπούλου. Αυτή η παράσταση παρουσιάστηκε εδώ στην Καλαμάτα πρώτα και μετά την επαναλάβαμε στο Ηράκλειο της Κρήτης τον Σεπτέμβριο και στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών τον Οκτώβριο. Οι μεγάλες συναυλίες δεν είναι εύκολο να γίνονται συχνά διότι έχουν μεγάλο κόστος λόγω των πολλών ανθρώπων που συμμετέχουν σε μια μεγάλη παραγωγή, παρόλα αυτά προσπαθούμε πάντα με την στήριξη των τοπικών φορέων να κάνουμε τέτοιες παραστάσεις.
_ Έχεις σκεφτεί κάποια στιγμή να φύγεις από την Καλαμάτα προκειμένου να ζήσεις κι άλλες μουσικές εμπειρίες που ίσως εδώ αντικειμενικά, είναι δύσκολο να επιτευχθούν;
Η κάθε επιλογή έχει το τίμημά της. Προτιμώ να έχω την Καλαμάτα σαν βάση, σαν τόπο διαμονής και από εδώ να ξεκινώ για να πηγαίνω με χαρά να ανταμώσω με άλλους καλούς φίλους και εξαίρετους μουσικούς για να συμπράξουμε. Φυσικά θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρω ότι εδώ στην Καλαμάτα έχω κάποιους φίλους, συνεργάτες και εξαίρετους μουσικούς , όπως τον Γιώργο Κλάδη, τον Αντώνη Κουφουδάκη, την Μαρία Κρασοπούλου, καθώς και άλλους , αλλά έχω επίσης και πολλούς μαθητές που αγαπώ και με αγαπούν, αυτό είναι αρκετό για να με κρατήσει εδώ στην Καλαμάτα, δεν κυνηγώ μεγαλεία και δόξες. Αν θέλουν ας με κυνηγήσουν αυτά.

_Η μουσική της Νοτιανατολικής Μεσογείου – με την οποία έχουμε μεγάλη συγγένεια – είναι ίσως η πιο hot αλλά και ενδιαφέρουσα μουσική τάση την τελευταία δεκαετία, σχεδόν σε παγκόσμια κλίμακα. Και μάλιστα με διάφορες μίξεις και νόρμες, από ‘’περίεργα’’ μουσικά σχήματα, μέχρι μπάντες με διάσημους οργανοπαίχτες αλλά και παραγωγούς djs. Το παρακολουθείς ή θεωρείς ότι το παραδοσιακό τραγούδι πρέπει να παραμένει γνήσιο και ατόφιο όπως το γνωρίσαμε;
Αυτή είναι μια πολύ καλή ερώτηση όπου η απάντηση μάλλον χρειάζεται λίγο την βοήθεια της επιστήμης της χημείας. Δηλαδή, όταν θέλουμε να ενώσουμε δύο στοιχεία, θα πρέπει να γνωρίζουμε πολύ καλά τις ιδιότητες του κάθε στοιχείου για να γίνει η σωστή αντίδραση και να πάρουμε τα προϊόντα που θέλουμε. Δυστυχώς οι περισσότεροι πειραματισμοί γίνονται με πολύ επιφανειακές γνώσεις, για αυτό τα περισσότερα αποτελέσματα δεν είναι και τόσο καλά. Η ετικέτα αυτής της μουσικής είναι η «έθνικ», στην οποία πλέον παρατηρείται το εξής , έχουμε μία βάση κοινή που αποτελείται από τρία όργανα, δηλαδή ένα μπάσο, ένα αρμόνιο και μια ντραμς και μετά ας πούμε ότι θέλουμε να βάλουμε το λαϊκό στοιχείο, οπότε βάζουμε και ένα μπουζούκι ή αν θέλουμε να δώσουμε ένα ανατολίτικο στοιχείο, βάζουμε ένα ούτι ή ένα κανονάκι ή κάποιο άλλο μουσικό όργανο. Αυτή η προσέγγιση λοιπόν είναι πολύ πρόχειρη και επιφανειακή.
Αν θέλουμε να παντρέψουμε δύο μουσικές, πρέπει να τις μελετήσουμε και τις δύο πολύ καλά, να μάθουμε τα μουσικά όργανα που παίζεται η κάθε μουσική, την θεωρία και φιλοσοφία της κάθε μουσικής για να μπορέσουμε να βρούμε κοινά σημεία τα οποία θα μας δώσουν ένα όμορφο αποτέλεσμα. Οπότε δεν είμαι αρνητικός στους πειραματισμούς που γίνονται με επίγνωση. Το παραδοσιακό τραγούδι της κάθε μουσικής πρέπει να διδάσκεται όπως το μαθαίνει ο κάθε λαός γενιά προς γενιά, για να μπορέσει ο μαθητευόμενος να πάρει την βαθιά γνώση που ανέφερα και να μπορέσει μετά να κάνει πειραματισμούς αν το θελήσει. Θα ήθελα όμως να κλείσω αυτή την πολύ σημαντική ερώτηση με μία ερώτηση.
Τον «επιφανειακό» πειραματισμό επάνω σε μία παραδοσιακή μουσική θα τολμούσε να τον κάνει κανείς κατά την διάρκεια ενός πανηγυριού, σε ένα γλέντι κοινώς, δηλαδή θα μπορούσε να γίνει γλέντι και χορός, χορός και τραγούδι ; Ας αναλογιστεί ο καθένας μας την απάντηση που θα έδινε σε αυτή την ερώτηση και ας διαχωρίσουμε το τι είναι η παραδοσιακή μουσική ενός λαού με το τι είναι η εμπορική μουσική της παγκόσμιας μουσικής βιομηχανίας.
_Τι να περιμένουμε από εσένα τόσο σε προσωπικό επίπεδο όσο και σε συνεργασίες το επόμενο διάστημα; Τι ετοιμάζετε;
Υπάρχουν διάφορα πράγματα που ετοιμάζουμε για την νέα χρονιά. Ένα από αυτά είναι μία συναυλία με τραγούδια και σκοπούς της Μικράς Ασίας με το μαθητικό σύνολο «Χορίαμβος». Είναι ένα σύνολο που έχει δημιουργηθεί από μαθητές και φίλους της σχολής βυζαντινής και παραδοσιακής μουσικής της Ιεράς Μητροπόλεως Μεσσηνίας στην όποια διδάσκω από το 2013. Η πλειοψηφία των μαθητών αυτού του συνόλου είναι παιδιά δημοτικού, γυμνασίου και λυκείου τα οποία πραγματικά έχουν αρκετά υψηλό επίπεδο τεχνικής στα όργανα που παίζουν. Επίσης, υπάρχει στα σχέδια η δημιουργία ενός cd με αυτό το σύνολο , πάντα με την στήριξη της σχολής της Ιεράς Μητροπόλεως Μεσσηνίας.
_ Σε ευχαριστώ ιδιαίτερα για αυτή την πολύ ενδιαφέρουσα ‘’εξομολόγηση’’. Καλή επιτυχία σε ότι κάνεις και καλές γιορτές.
_Και εγώ ευχαριστώ πάρα πολύ !